Θεσσαλία - Καρδίτσα ❤ Ελληνιστική, Ρωμαϊκή & Κλασική Εποχή

Θεσσαλία - Καρδίτσα ❤ Ελληνιστική, Ρωμαϊκή & Κλασική Εποχή



Κλασική Εποχή (478 - 323 π.Χ.) 

Μετά τους Περσικούς Πολέμους οι Αλευάδες, παρόλα αυτά, διατηρούσαν την ταγεία του Κοινού των Θεσσαλών και έδωσαν βοήθεια στους Αθηναίους το 476 π.Χ. στην εκστρατεία του Κίμωνα κατά των Περσών στην Ηιόνα (στο Στρυμώνα) και αργότερα στην κατάληψη της Σκύρου. Οι Σπαρτιάτες όμως με στρατηγό τον Λεωτυχίδα, εκστράτευσαν εναντίον των Θεσσαλών, το 469 π.Χ. και τιμώρησαν τους ολιγαρχικούς για την περσόδουλη συμπεριφορά τους, δημιουργώντας το πρώτο ρήγμα στο κοινό των Θεσσαλών. Η Σκοτούσα και οι Φέρες, καθώς και τμήμα της Αχαΐας Φθιώτιδας αποσπάστηκαν από τη νομισματική ένωση των Αλευάδων. Η κεντρική εξουσία, με εκπρόσωπο τον ταγό, έχασε την ισχύ, όταν οι πλούσιες οικογένειες απέκτησαν δύναμη. Αυτό φάνηκε στη μάχη της Τανάγρας, το 457 π.χ., με τη στροφή του θεσσαλικού ιππικού υπέρ των Σπαρτιατών, ενώ είχε σταλεί να στηρίξει τους Αθηναίους. Στη μάχη σκοτώθηκε ο Εχεκρατίδας της Φαρσάλου και ο γιος του Ορέστης κατέφυγε στην Αθήνα, η οποία επιχείρησε το 454 π.χ. να τον επαναφέρει, χωρίς αποτέλεσμα. Το θεσσαλικό ιππικό στήριζε τώρα τις επαναστατημένες πόλεις.

Στον Πελοποννησιακό Πόλεμο (431-404 π.χ.) η Θεσσαλία κράτησε αποστάσεις, ακόμα κι όταν θιγόταν άμεσα, όπως το 424 π.χ. όταν ο Σπαρτιάτης Βρασίδας διάβηκε τη χώρα. Ταγός ήταν ο Φαρσάλιος Δάοχος (432-405 π.χ.) και στην εποχή του σε όλη τη Θεσσαλία επικρατούσαν η ειρήνη και η ευημερία, σύμφωνα με το ιστορικό επίγραμμα που χάραξε ο εγγονός του Δάοχος το δεύτερα μισό του 4ου αιώνα π.Χ. Ο ταγός ουσιαστικά ήταν ανίσχυρος και το Κοινό των Θεσσαλών ήταν στα χέρια ορισμένων οικογενειών της αριστοκρατίας, οι οποίοι αψηφούσαν και αυτή την ύπαρξη της συνέλευσης. Το 405-4 π.Χ. ο Λυκόφρων με την υποστήριξη των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων ήθελε να επεκτείνει την κυριαρχία του σε ολόκληρη τη Θεσσαλία. Αλλά το 402 π.Χ. ο Λαρισαίος Αλευάδης, Αρίστιππος. επανέφερε το παλαιό καθεστώς.

Σημαντική προσωπικότητα του 4ου αιώνα π.Χ. υπήρξε ο lάσων, τύραννος των Φερών (380-370 π.χ.). Διάδοχος, ίσως και γιος του Λυκόφρονα, κατόρθωσε να επιβληθεί σε ολόκληρη τη Θεσσαλία και αναγνωρίστηκε ταγός. Συνεργάστηκε με τον Πολυδάμα της Φαρσάλου, τον Αλκέτα της Hπείρου και τον Αμύντα Γ’ της Μακεδονίας. Το όνομά του αναφέρεται επίσης στη Β' Αθηναϊκή Συμμαχία το 375 π.χ. και είχε φιλικές σχέσεις με τους Θηβαίους. Απέβλεπε στην ένωση όλων των Ελλήνων και σε κοινή εκστρατεία κατά των Περσών, ιδέα που υποστήριζε και ο ρήτορας Ισοκράτης. Άφησε εποχή ο μεγάλος αριθμός ζώων που έστειλε στα Πύθια για θυσία το 370 π.χ., ενώ παράλληλα κινητοποίησε το στρατό του με σκοπό τον έλεγχο της Αμφικτιονίας. Αλλά την ίδια χρονιά δολοφονήθηκε. Τον διαδέχθηκαν τα αδέλφια του, Πολύδωρος και Πολύφρονας, που είχαν επίσης βίαιο τέλος, για να επικρατήσει ο γιος του Πολυδώρου Αλέξανδρος των Φερών (369-358 π.Χ.).

Οι συγκρούσεις και τα αιματηρά γεγονότα συνεχίστηκαν. Οι Θεσσαλοί ζήτησαν τη βοήθεια του Αλέξανδρου Β' της Μακεδονίας, ο οποίος έσπευσε πρόθυμα, αλλά κράτησε τις πόλεις που απέσπασε από τον Αλέξανδρο των Φερών. Τότε κάλεσαν σε βοήθεια τους Βοιωτούς, οι οποίοι έστειλαν το Θηβαίο Πελοπίδα. που επεβλήθη, αλλά στη Φάρσαλο αιχμαλωτίστηκε από τον Αλέξανδρο των Φερών, ο οποίος προσάρτησε την Αχαΐα Φθιώτιδα, τη μισή Μαγνησία και μεγάλο τμήμα της Πελασγιώτιδας. Ο Πελοπίδας ελευθερώθηκε από τον Επαμεινώνδα κατόπιν διαπραγματεύσεων, αλλά το 364 π.Χ. σκοτώθηκε στη μάχη στις Κυνός Κεφαλές, όπου ηττήθηκε ο Αλέξανδρος των Φερών. Οι Θεσσαλοί θρήνησαν τον Πελοπίδα και έστησαν το άγαλμά του στους Δελφούς. Το 363 π.χ. Θεσσαλοί και Βοιωτοί σύντριψαν τον Αλέξανδρο των Φερών, ο οποίος δολοφονήθηκε το 358 π.Χ. Το 352 π.Χ. κύριος της Θεσσαλίας έγινε ο βασιλιάς της Μακεδονίας Φίλιππος Β' και τη διαίρεσε σε τετράδες, με πρόσωπα της εμπιστοσύνης του. Ο Αλέξανδρος ανανέωσε τη συμφωνία με τα ίδια δικαιώματα που είχε ο Φίλιππος. Στην εκστρατεία του στην Ασία, το 334 π.χ., χρησιμοποίησε το αήττητο θεσσαλικό ιππικό και στο επιστημονικό επιτελείο του περιέλαβε αρκετούς Θεσσαλούς, όπως το μηχανικό Διάδη, το γεωγράφο Μήδιο, τον ιστορικό Κύρσιλο, τον ιδρυτή της Αρμενίας, Άρμενο.


Ελληνιστική & Ρωμαϊκή Εποχή (323 π.Χ. - 324 μ.Χ.) 

Μετά το θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου οι Θεσσαλοί ακολούθησαν την αντιμακεδονική πολιτική του Αθηναίου Λεωσθένη και το ιππικό τους έλαβε μέρος στο Λαμιακό Πόλεμο, το 322 π.Χ. Αλλά το 321 π.Χ. επεβλήθη ο Μακεδόνας στρατηγός Πολυσπέρχων και η Θεσσαλία έμεινε με τους Μακεδόνες έως τη
Ρωμαιοκρατία (197 π.Χ.). Ιστορική χρονολογία της Ελληνιστικής Εποχής θεωρείται το 293 π.Χ., όταν ο Δημήτριος ο Πολιορκητής ίδρυσε τη Δημητριάδα στον Παγασητικό κόλπο, θέση στρατηγικής σημασίας και ισχυρός στρατιωτικός σταθμός, από όπου επόπτευαν όλη τη Θεσσαλία. Γρήγορα εξελίχθηκε σε σπουδαίο εμπορικό κέντρο, όπως και οι Παγασές στην αρχαιότητα, που βρίσκονταν κάπου εδώ. 

Οι Θεσσαλοί επιχείρησαν αρκετές φορές να αποσπαστούν από τους Μακεδόνες, όπως 278 π.Χ., με την αποτυχημένη εισβολή των Γαλατών του Βρέννου, αλλά όταν έγινε βασιλιάς ο γιος του Δημητρίου, Αντίγονος Γονατάς, το 277 π.Χ. επανέφερε την τάξη. Το 229 π.Χ. οι Θεσσαλοί, με την υποστήριξη των Αιτωλών εξεγέρθηκαν και η Αχαΐα Φθιώτιδα, η Θεσσαλιώτιδα και η Εστιαιώτιδα έγιναν μέλη της Αιτωλικής Συμπολιτείας. Ο Φίλιππος Ε' το 220 π.Χ. απαίτησε από τους Αιτωλούς τα εδάφη και ξέσπασε ο λεγόμενος Συμμαχικός Πόλεμος, που έκλεισε με την επιστροφή των εδαφών, στη συνθήκη του 206 π.Χ. Όλες αυτές οι έριδες έφθειραν τις ελληνικές πόλεις και τις οδήγησαν στην υποτέλεια. Οι Ρωμαίοι εμφανίστηκαν σαν σωτήρες και το 197 π.Χ. στη μοιραία για το Φίλιππο Ε' και τους Έλληνες μάχη, στις Κυνός Κεφαλές, θεμελίωσαν την κυριαρχία τους στο απέραντο ελληνικό κράτος. Στη Θεσσαλία επανέφεραν το παλαιό καθεστώς με τις τετράδες, τους άρχοντες, τον ταγό και το Κοινό των Θεσσαλών. Ο Φίλιππος Ε' πέθανε το 179 π.Χ. και τον διαδέχθηκε ο γιος του Περσέας. ο τελευταίος βασιλιάς της Μακεδονίας προσπάθησε να οργανώσει το κράτος του, αλλά κατηγορήθηκε από τους Ρωμαίους για επεκτατισμό. Ακολούθησε ο Γ' Μακεδονικός Πόλεμος, που οδήγησε στην ήττα του Περσέα, στην Πύδνα το 168 π.Χ. Η ρωμαϊκή προπαγάνδα είχε κάνει το θαύμα της. Το μακεδονικό κράτος διαλύθηκε και η ρωμαϊκή σύγκλητος ανακήρυξε «ανεξάρτητη» τη Θεσσαλία. Με την ίδια απόφαση κατεδαφίστηκαν τα τείχη της Δημητριάδας. Και όταν εμφανίστηκε ο Μητροφάνης, στο δεύτερο χρόνο του Μιθριδατικού Πολέμου (88-86 π.Χ.) οι κάτοικοι έντρομοι, δεν δίστασαν να χρησιμοποιήσουν για την αναστήλωση των τειχών τις γραπτές επιτύμβιες στήλες της νότιας νεκρόπολης. Οι στήλες καλύφθηκαν με ωμές πλίθες και διατήρησαν τα χρώματά τους.

Οι θεσσαλικές πόλεις δοκιμάστηκαν και στο ρωμαϊκό εμφύλιο, όπως οι Γόμφοι. Στη συνέχεια οι Ρωμαίοι αφού απογύμνωσαν την Ελλάδα από καθετί πολύτιμο, τη μετέβαλαν σε ρωμαϊκή επαρχία.


Πολιτισμός

Η κοινωνική ζωή των κατοίκων


Οι αρχαίοι κάτοικοι της Καρδίτσας, όπως και όλοι οι Θεσσαλοί, ήταν φημισμένοι για την αγάπη τους στην πολυτέλεια, την ξεχωριστή τους ενδυμασία και ιδιαίτερα για τον τρόπο διασκέδασης τους. Ο Κριτίας, Αθηναίος ρήτορας και πολιτικός, ένας από Τριάντα Τύραννους, αναφέρει πως οι Πέρσες ζήλεψαν την πολυτελή ζωή των αρχαίων Θεσσαλών. 

Τα σπίτια των πλουσίων ήταν πολυτελή και το πολεοδομικό σύστημα των οικισμών ακολουθούσε το ιπποδάμειο σύστημα σύμφωνα με το οποίο χάραζαν ευθύγραμμους και παράλληλους δρόμους που τέμνονταν κάθετα. Τα νεκροταφεία τους βρίσκονταν κατά μήκος μεγάλων δρόμων έξω από τα τείχη των πόλεων. Για τους πλούσιους πολίτες υπήρχαν ξεχωριστοί τάφοι που ονόμαζονται τύμβοι ή μαγούλες. Τέτοιοι τάφοι σώζονται μέχρι και σήμερα σε χωριά της Καρδίτσας, με πιο γνωστούς τους θολωτούς μυκηναϊκούς τάφους στο χωριό Γεωργικό και στην Κτισμένη, ενώ πρόσφατα βρέθηκε τάφος και στο χωριό Άγιος Θεόδωρος.

Οι γυναίκες τις Θεσσαλίας πίστευαν στη μαγεία και είχαν την φήμη σπουδαίων μαγισσών («θεσσαλαί μάγισσαι»). Γνωστές ήταν και για τις επιδώσεις τους στους χορούς. Δύο ήταν οι κυριότεροι χοροί, η Πυρίχη ή Πρύλις, που σύμφωνα με την αρχαία παράδοση τον χορό αυτό επινόησε ο Πύρρος, γιος του Αχιλλέα, και χορευόταν με συνοδεία αυλού και η Καρπαία που χορευόταν από δύο ένοπλους άντρες.

Το ημερολόγιο της Θεσσαλιώτιδας

Ένα έτος αποτελούνταν όπως και σήμερα από δώδεκα μήνες με τη διαφορά ότι κάθε μήνας διαρκούσε όσο και η σελήνη. Οι μισοί μήνες είχαν 29 ημέρες και οι άλλοι μισοί 30 ημέρες, με αποτέλεσμα κάθε έτος να έχει 354 ημέρες, γι’ αυτό κάθε τρία χρόνια προσέθεταν ένα 13ο μήνα με 30 ημέρες, που τον ονόμαζαν "εμβόλιμο". Τα ονόματα των μηνών άλλαζαν από πόλη σε πόλη στη Θεσσαλία. Συγκεκριμένα στη Θεσσαλιώτιδα τα ονόματα των 12 μηνών ήταν τα εξής:

Αρναίος, από 20 Ιανουαρίου μέχρι 19 Φεβρουαρίου,
Θεμίστιος ή Θύος, από 20 Φεβρουαρίου μέχρι 19 Μαρτίου,
Μεγαλάριος , από 20 Μαρτίου μέχρι 19 Απριλίου,
Αδρόμιος, από 20 Απριλίου μέχρι 19 Μαΐου,
Ομολώιος, από 20 Μαΐου μέχρι 19 Ιουνίου,
Ιτώνιος, από 20 Ιουνίου μέχρι 19 Ιουλίου,
Γενέτιος, από 20 Ιουλίου μέχρι 19 Αυγούστου,
Πύθιος, από 20 Αυγούστου μέχρι 19 Σεπτεμβρίου,
Ιπποδρόμιος, από 20 Σεπτεμβρίου μέχρι 19 Οκτωβρίου,
Ερμαίος, από 20 Οκτωβρίου μέχρι 19 Νοεμβρίου,
Φυλλικός, από 20 Νοεμβρίου μέχρι 19 Δεκεμβρίου, 
Λεσχανόριος, από 20 Δεκεμβρίου μέχρι 19 Ιανουαρίου.

Από τους παραπάνω μήνες, τρεις σχετίζονται με αρχαίες πόλεις της Θεσσαλιώτιδας. Ο Αρναίος, πήρε το όνομα του από την αρχαία πόλη της Άρνης, ο Ιτώνιος από την αρχαία Ίτωνο και ο Φυλλικός από την πόλη Φύλλος στην οποία υπήρχε και ιερό του Απόλλωνα Φυλλήιου.


Μνημεία, ανασκαφές και ευρήματα της εποχής

Ο θολωτός τάφος των Αγίων Θεοδώρων

Ο θολωτός τάφος βρίσκεται σε απόσταση 500 περίπου μέτρων ανατολικά του χωριού των Αγίων Θεοδώρων και μέσα στην έκταση του νεκροταφείου της αρχαίας πόλης του Κιερίου, μιας από τις πιο σημαντικές αρχαίες πόλεις της περιοχής και παλαιάς έδρας των Βοιωτών (Άρνη).

Ο θολωτός τάφος καλύπτεται με ψηλό τύμβο που είναι ορατός από μακριά μέσα στην πεδιάδα ανατολικά της Καρδίτσας. Ο θόλος του τάφου είχε καταπέσει από την αρχαιότητα. Σήμερα ο τάφος σώζεται σε ύψος 4.10 μέτρων και έχει κάτω διάμετρο 5.50 μέτρα. Ο τάφος είναι κατασκευασμένος με μικρού μεγέθους πλακαρές ασβεστολιθικές πέτρες τοποθετημένες σε σειρές κατά το εκφορτικό σύστημα. Στη νότια πλευρά του κυκλικού θαλάμου βρίσκεται το άνοιγμα του στεγασμένου δρόμου που έχει μήκος 5.05 μ. και ύψος 1.50 μ. Η εξωτερική είσοδος του δρόμου έκλεινε με μια μεγάλη όρθια τριγωνική λίθινη πλάκα. Στο εσωτερικό της θόλο βρίσκεται μεγάλος αριθμός σιδερένιων όπλων και πήλινων αγγείων. Σύμφωνα με τη χρονολόγηση των ευρημάτων η χρήση του τάφου καλύπτει το χρονικό διάστημα από τον 10ο έως και τον 8ο αιώνα π.Χ.20.

Ο ναός του Απόλλωνα της αρχαίας Μητρόπολης 

Ο ναός του Απόλλωνα βρίσκεται στη θέση «Λιανοκόκκαλα» στο χωριό Μοσχάτο του Δήμου Πλαστήρα, σε απόσταση 2 περίπου χιλιομέτρων δυτικά της Μητρόπολης. Πρόκειται για έναν εκατόμπεδο περίπτερο, δωρικό, αρχαϊκό ναό που ιδρύθηκε στα μέσα του 6ου αιώνα π.Χ. Το κτίριο έχει πέντε κίονες στις στενές του πλευρές και ένδεκα στις μακρές, ενώ το βάρος της σκεπής υποβάσταζε μια εσωτερική ξύλινη κιονοστοιχία κατά μήκος του σηκού. Λίθινοι ήταν και οι κίονες των πτερών και οι ορθοστάτες του σηκού. Ψηλότερα οι τοίχοι του σηκού είχαν κτιστεί με ωμά πλιθιά, ενώ από ξύλο ήταν, εκτός της εσωτερικής κιονοστοιχίας, ο θριγκός πάνω από τους λίθινους εξωτερικούς κίονες και ο σκελετός της δίρριχτης στέγης, που δημιουργούσε αετώματα στις στενές πλευρές του ναού. Τα κεραμίδια ήταν πήλινα, κορινθιακού τύπου και κατέληγαν στις μακρές πλευρές σε τριγωνικά ακροκέραμα με ανάγλυφη φυτική διακόσμηση. Σίμη υπήρχε μόνο στα αετώματα. Τα μέτωπα της σίμης, των γείσων και κορυφαίων κεράμων έφεραν γραπτή διακόσμηση με γεωμετρικά μοτίβα. Από τα ακρωτήρια πάνω στη στέγη σώθηκε μόνο μια πήλινη προτομή αλόγου που αποτελούσε το κεντρικό ακρωτήριο του ανατολικού αετώματος. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της αρχιτεκτονικής του ναού είναι η ανάγλυφη διακόσμηση του εχίνου των κιονοκράνων με φυτικά κοσμήματα, το σχέδιο των οποίων διαφοροποιείται από κιονόκρανο και κιονόκρανο.

Καλλίθηρα

Στη θέση του σημερινού χωριού Καλλίθηρο, 10 χλμ νότια της Καρδίτσας, βρίσκεται ένας αταύτιστος επιγραφικά αρχαίος τειχισμένος οικισμός, που η παλαιότερη έρευνα του είχε αποδώσει το επισφαλές όνομα της αρχαίας Καλλίθηρας. Πρόκειται για έναν οικισμό που ιδρύθηκε το τελευταίο τέταρτο του 4ου αι. π.Χ. Από το μεγάλο αριθμό σωστικών ανασκαφών που έχουν πραγματοποιηθεί, σήμερα είναι ορατές πέντε ανασκαφές που σώζουν τμήματα δρόμων, τειχών και αρχαίων οικιών. 

Ο Μυκηναϊκός θολωτός τάφος Γεωργικού – Ξινονερίου 

Ο μυκηναϊκός θολωτός τάφος βρίσκεται στα όρια των κοινοτικών εκτάσεων των γειτονικών χωριών Γεωργικού και Ξινονερίου, 3 περίπου χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της αρχαίας Μητρόπολης και 6,5 χιλιόμετρα από την πόλη της Καρδίτσας. Ο θολωτός τάφος που χρονολογείται 13ος - 12ος 
αιώνας π.Χ. σώζει ακέραιο τον κυκλικό θάλαμο με τη θόλο του που έχει διάμετρος και ύψος 8.80 μ. Στο θάλαμο οδηγεί, καλυμμένος με τεράστια υπέρθυρα, διάδρομος (στόμιο), μήκους 10.35 μ. και πλάτους 2.40 μ. Η πρόσβαση στο στόμιο γίνεται με έναν ελαφρά φαρδύτερο και ανοικτό από πάνω διάδρομο (δρόμος), μήκους 10.60 μ. και πλάτους 2.74 μ. Παρόλο που ο τάφος ήταν συλημένος, στο εσωτερικό του βρέθηκαν λίγα αντικείμενα από τα οποία ξεχωρίζει ένα βασιλικό χρυσό δακτυλίδι. Στη σφενδόνη του δακτυλιδιού υπάρχει εγχάρακτη παράσταση δύο γρυπών, που επιτίθενται σε αίγαγρο.

Γόμφοι

Στη γύρω πεδινή περιοχή του Μουζακίου τα τελευταία χρόνια έχουν πληθύνει τα αρχαιολογικά δεδομένα από την αρχαία πόλη Γόμφοι που βρισκόταν εκεί. Τμήματα του τείχους και πύργοι της αρχαίας πόλης έχουν αποκαλυφθεί στα ΝΔ και ΒΑ υψώματα του αρχαιολογικού χώρου. Το τείχος ακολουθεί την κορυφογραμμή των λόφων. Μέσα στην αρχαία πόλη, ύστερα από σωστικές ανασκαφές σε αγρούς, έχουν αποκαλυφθεί αρχιτεκτονικά λείψανα μεγάλων δημοσίων κτιρίων. Ένα από αυτά πιθανόν να ανήκει στην αγορά της αρχαίας πόλης. Στον ίδιο χώρο βρέθηκαν μια ημίεργη προτομή αυτοκρατορικών χρόνων, σπόνδυλοι κιόνων και μαρμάρινη λάρνακα «νεοττικού» τύπου με παράσταση στην εμπρόσθια πλευρά «αρπαγή Κόρης». Μέσα στην κοίτη του Πάμισου ποταμού και στις κτηματικές περιφέρειες Μουζακίου, Μαυρομματίου, Γελάνθης, Γόμφων και Παλαιομονάστηρου έχουν αποκαλυφθεί βάθρα γεφυρών, κεραμικοί κλίβανοι και τάφοι ελληνιστικής και ρωμαικής περιόδου. Στην κτηματική περιφέρεια Ελληνοκάστρου διατηρούνται ερείπια οχυρού και αρχιτεκτονικά λείψανα ελληνιστικής περιόδου. Στην περιοχή Πορτής στο όρος

«Ίταμος» βρίσκονται λείψανα αρχαίων τειχών και οικοδομημάτων. Ορισμένοι ερευνητές τοποθετούν εδώ το αρχαίο «Αθήναιον». Στη θέση «Παλιόκαστρο» Πορτής υπάρχει άλλος ένας οχυρός οικισμός ελληνιστικών χρόνων. Ο Δήμος Μουζακίου με τους όμορους Δήμους Ιθώμης, Γόμφων και Αργιθέας έχουν συστήσει διαδημοτικό φορέα για την ανάδειξη και αξιοποίηση των αρχαίων ορεινών κάστρων της περιοχής.

Προϊστορικός Οικισμός Συκεώνα 

Στα βορειοανατολικά όρια της δυτικής θεσσαλικής πεδιάδας, 2.5 χλμ ΝΔ του χωριού Συκεώνα, δίπλα από τη σημερινή κοίτη του Ενιπέα ποταμού, στη θέση «Ζευγαρολίβαδο» βρίσκεται ο προϊστορικός οικισμός, γνωστός ως «Μαγούλα Συκεώνας». Στα ριζά των χαμηλών λόφων του όρους Τίτανος ΒΑ του προϊστορικού οικισμού υπάρχουν αρκετοί ακόμη αρχαιολογικοί χώροι, όπως μια θέση με ψηφιδωτά δάπεδα, ο ανασκαφείς τύμβος της Συκεώνας και η θέση «Κάστρο». Από τον ευρύτερο χώρο της Μαγούλας βρέθηκαν στο παρελθόν διάφορα αρχαιολογικά στοιχεία, όπως κεραμική μέσης και νεότερης νεολιθικής εποχής, πρώιμης και μέσης χαλκοκρατίας και μια ενεπίγραφη πλίνθος με αρχαϊκή επιγραφή. Μια πρώτη ανασκαφική έρευνα πάνω στον προϊστορικό οικισμό έγινε το 1988 με αφορμή τη νέα χάραξη και κατασκευή της οδού Καρδίτσας - Λάρισας. Τα έτη 1996 και μετά ακολούθησαν ανασκαφικές έρευνες, καθώς ο προϊστορικός οικισμός εντάχθηκε ως υποέργο στο ΠΕΠ Θεσσαλίας 1996-2000, στο έργο «Ανάδειξη - Συντήρηση - Αξιοποίηση Αρχαιολογικών Χώρων Ν. Καρδίτσας». Το υποέργο στοχεύει στην προσπάθεια της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας για τη δημιουργία της πρώτης επισκέψιμης προϊστορικής θέσης στην περιοχή αυτή. Η κοινότητα Συκεώνος παραχώρησε στο Υπουργείο Πολιτισμού έκταση 20 στρεμμάτων. Οι εργασίες αφορούν στον καθαρισμό, την περίφραξη, τη συμπληρωματική ανασκαφική έρευνα και την τοπογραφική αποτύπωση του προϊστορικού οικισμού. Κατά τη διάρκεια των ερευνητικών εργασιών αποκαλύφθηκαν διάφορες κατασκευές από πηλό, τμήματα δαπέδων, πασσαλότρυπες και τμήματα καμένων και ωμών πηλών. Περισσότερα είναι τα στοιχεία που αφορούν στην κεραμική παραγωγή και τη λιθοτεχνία των κατοίκων της προϊστορικής κοινότητας της Μαγούλας. Άφθονα είναι τα όστρακα μονόχρωμων αγγείων, κυρίως καθημερινής χρήσης, ανοιχτών και κλειστών σχημάτων, αρκετά όστρακα αγγείων με γραπτή διακόσμηση όλων σχεδόν των φάσεων της νεότερης και μέσης νεολιθικής, ενώ πολύ λιγότερα είναι τα εγχάρακτα. Στον εργαλειακό εξοπλισμό περιλαμβάνονται λίθινες αξίνες και σμίλες, τμήματα τριπτήρων και πλάθανα, λεπίδες από πυριτόλιθο και οψιανό και διάφορα οστέινα και πήλινα εργαλεία. Ενδιαφέρουσα κατηγορία ευρημάτων είναι τα πήλινα ειδώλια καθώς και τα κοσμήματα από όστρεα Spondylus Gaederopus. Τα πιο πολλά ειδώλια αποδίδονται σχηματοποιημένα. Κρίνοντας από το βάθος των επιχώσεων, η ζωή στον προϊστορικό
οικισμό της Μαγούλας Συκεώνος φαίνεται ότι διήρκεσε εκατοντάδες χρόνια. Η κατοίκηση του χώρου προσδιορίζεται σύμφωνα με τις πρώτες ενδείξεις στην αρχαιότερη νεολιθική περίοδο και φτάνει ως τη νεότερη, καθώς και την εποχή της χαλκοκρατίας.

Τύμβος Συκεώνος

Ο Τύμβος Συκεώνος, διαμέτρου 50,30 μ. και ύψους 15,20 μ. βρισκόταν ανατολικά του χωριού και νότια της θέσης «Κάστρο». Ανασκάφηκε το 1983 και το 1988 με αφορμή αρχαιοκαπηλικές δραστηριότητες και εργασίες διαπλάτυνσης του οδικού άξονα Καρδίτσας-Λάρισας. Κατά τη διάρκεια των εργασιών κατασκευής του δρόμου καταστράφηκε ένας κιβωτιόσχημος τάφος. Με τις ανασκαφικές έρευνες αποκαλύφθηκαν τρεις τάφοι, ενώ ένας ακόμη συλήθηκε από αρχαιοκάπηλους. Όλοι οι τάφοι ήταν λάρνακες κατασκευασμένες από πρασινωπό ψαμμόλιθο. Αποτελούνταν από μονόλιθο κιβώτιο, εσωτερική σαμαρωτή καλυπτήρια πλάκα και εξωτερικές καλυπτήριες, τις οποίες περιέτρεχαν μακρόστενοι πλίνθοι ψαμμόλιθοι, τ
α «προσκεφάλαια». Ένας από τους τάφους περιείχε τον ενταφιασμό γυναίκας σε ύπτια θέση, Στη νεκρή είχαν προσφερθεί ως κτερίσματα διάφορα αντικείμενα, αρκετά από τα οποία βρέθηκαν στην περιοχή των ποδιών στο βόρειο τμήμα του τάφου. Στα κτερίσματα περιλαμβάνονταν δύο μικροσκοπικές πυξίδες, μια μεγαλύτερη, μια σταμνοειδής πυξίδα, ένα πτυκτό κάτοπτρο, ένα χάλκινο αγγείο σε σχήμα γυναικείας κεφαλής, δώδεκα χρυσές ψήφοι περιδεραίου, αστράγαλοι και άλλα οστά ζώων. Μέσα στη σταμνοειδή πυξίδα υπήρχαν μία χάλκινη τριχολαβίδα και τρία χάλκινα νομίσματα, ήτοι ένα Χαλκίδος, ένα Αθηνών και ένα Μακεδονίας, όλα των αρχών του 3ου αι. π.Χ. Ο στιλβωμένος δίσκος του κατόπτρου προστατεύεται από κάλυμμα, στην εσωτερική επιφάνεια του οποίου υπάρχει εγχάρακτη παράσταση Νύμφης καθισμένης σε βράχο μπροστά στην είσοδο σπηλαίου. Το χάλκινο αγγείο, που είναι κενό εσωτερικά, χρησίμευε για την τοποθέτηση αλοιφής καλλωπισμού, φέρει καρδιόσχημο άνοιγμα στο πάνω μέρος του κεφαλιού και λαβή ανάρτησης. Από το καπάκι του ανοίγματος εξαρτάται με αλυσίδα μικρό κουταλάκι. Από τον συλημένο τάφο προέρχεται ένα αργυρό δαχτυλίδι, στην ελλειψοειδή σφενδόνη του οποίου υπάρχει παράσταση σκύλου που τρέχει προς τα δεξιά. Άλλος τάφος με προσανατολισμό ΒΔ προς ΝΑ περιείχε τον ενταφιασμό ενός άνδρα σε ύπτια θέση. Στην περιοχή των κάτω άκρων βρέθηκαν τμήματα από «καττύματα» δηλαδή υποδήματα και από ύφασμα. Τμήματα από άλλο ζεύγος «καττυμάτων» βρέθηκε στο μέσον της ΒΑ πλευράς. Η δημιουργία του τύμβου ορίζεται στο τελευταίο τέταρτο του 4ου αι. π.Χ.. Ο τύμβος σχετίζεται με τον αρχαιολογικό χώρο στη θέση Κάστρο. Μετά την ανασκαφική έρευνα ο ιδιοκτήτης του αγρού παραχώρησε τμήμα της έκτασης στο Υπουργείο Πολιτισμού. Η ΙΓ’ Εφορεία Προϊστορικών & Κλασικών Αρχαιοτήτων η οποία έλεγχε τότε το χώρο, προχώρησε στη συντήρηση των τάφων και τη στέγασή τους, τη διαμόρφωση του χώρου και τον καλλωπισμό του. Έτσι δημιουργήθηκε ένα μικρός ανοικτός επισκέψιμος αρχαιολογικός χώρος.

Αρχαιολογικός χώρος Κτιμένης 

Στην περιοχή των Δολόπων, που κατοικούσαν στο νότιο τμήμα της Πίνδου, υπάρχει μια σειρά από κάστρα. Ένα από αυτά είναι το «Παλαιόκαστρο» στην Άνω Κτιμένη ή Άνω Δρανίστα στο δασωμένο και μεγαλοπρεπές όρος Ίταμος. Στο παρελθόν έφθανε κανείς από την Μακρυράχη (από το κάστρο της Καΐτσας) προς τη Δρανίστα μέσα από δασική οδό, όπου ο Απ. Αρβανιτόπουλος το 1911 παρατήρησε ίχνη αρχαίας οδού. Τα τείχη του κάστρου, κατασκευασμένα κατά το πολυγωνικό σύστημα τοιχοποιίας, διατηρούνταν σε καλή κατάσταση. Στην ακρόπολη του κάστρου το τείχος διατηρείται ακόμη και σήμερα και είναι κτισμένο από μεγάλους λίθους, επεξεργασμένους και τοποθετημένους με επιμέλεια. Ενδιάμεσα υπάρχει γέμισμα από μικρές πέτρες. Σήμερα είναι ορατοί δύο πύργοι, ο ένας πολυγωνικός στη βόρεια πλευρά και εξέχει από το τείχος 1,55 μ. Το διατηρημένο τμήμα του τείχους έχει πλάτος 3,40 μ. και περίμετρο 240 μ. περίπου. Κάτω από το τείχος της ακρόπολης είχαν παρατηρηθεί τμήματα τριών περιβόλων της αρχαίας πόλης. Από τον Απ. Αρβανιτόπουλο ανασκάφηκε εσωτερικά του πρώτου τμήματος του τείχους θολωτός τάφος, στον οποίο οδηγούσε δρόμος συνολικού μήκους 8,60 μ. Ήταν κατασκευασμένος με μικρούς πλακοειδείς λίθους και στεγαζόταν με μεγάλες πλάκες. Η θόλος του τάφου είχε καταπέσει ίσως στα αρχαία χρόνια, σωζόταν δε κατά την ανασκαφή σε ύψος 3,5 μ. και η κατώτερη διάμετρος του τάφου ήταν 4,70 μ. Μέσα στον τάφο βρέθηκαν 31 νεκροί που, κατά τον ανασκαφέα, είχαν καεί επί τόπου. Στα πλούσια κτερίσματα του τάφου περιλαμβάνονται διάφορα αγγεία, σφραγιδόλιθοι με έγγλυφες παραστάσεις, διακοσμημένες οστέινες θήκες, χρυσά κοσμήματα. Με βάση τα κτερίσματα ο τάφος χρονολογείται στη μεταβατική περίοδο από την Ύστερη Μυκηναϊκή στη Γεωμετρική Εποχή. Στον επίπεδο χώρο της αρχαίας ακρόπολης στην Άνω Κτιμένη έχει κτιστεί το Δημαρχείο του τότε Δήμου Ταμασίου. Στο χώρο αυτό τα αρχαιολογικά στοιχεία, κυρίως κεραμική, δείχνουν ότι η πόλη άκμασε κατά τον 4ο αι. και 3ο αι. π.Χ. ενώ η καταστροφή της επήλθε κατά το 198 π.Χ. 

Ακρόπολη Κιερίου

Στο μέσο της δυτικής πεδιάδας της Θεσσαλίας, η οποία ταυτίζεται με την αρχαία «τετράδα Θεσσαλιώτιδα» εξέχει περίοπτος ασβεστολιθικός λόφος, στη κορυφή του οποίου υπάρχουν αρχαιολογικά λείψανα που ταυτίζονται με την Ακρόπολη του αρχαίου Κιερίου, τη σημαντικότερη πόλη της περιοχής στην αρχαιότητα. Στα προϊστορικά χρόνια, Μέση και Ύστερη Εποχή Χαλκού, τοποθετείται στο χώρο η Άρνη, πρωτεύουσα των Αιολέων. Ανασκαφικές έρευνες στο νότιο και δυτικό τμήμα του χωριού Πύργος Κιερίου, που βρίσκεται σε απόσταση 3 χλμ. από τους Σοφάδες και 13 χλμ. από την πόλη της Καρδίτσας, έχουν αποδώσει ενδιαφέροντα στοιχεία για την ομηρική Άρνη και το ιστορικό Κιέριον. Το όνομα της πόλης των ιστορικών χρόνων έχει επιβεβαιωθεί από νομίσματα και επιγραφές. Στα ΠΕΠ Θεσσαλίας 1996-2000 και στο Έργο «Ανάδειξη - Συντήρηση - Αξιοποίηση Αρχαιολογικών Χώρων Ν. Καρδίτσας» η ΙΓ’ ΕΠΚΑ ενέταξε το υποέργο της Ακρόπολης της αρχαίας πόλης Κιέριον. Στο πλαίσιο του έργου προβλέπονται ο καθαρισμός και μικρής έκτασης ανασκαφική έρευνα του τείχους της Ακρόπολης, η τοπογραφική αποτύπωση, η δημιουργία περιπάτου στο χώρο της Ακρόπολης, η διεξαγωγή πολιτιστικών εκδηλώσεων και η τοποθέτηση ενημερωτικών πινακίδων. Στο διάστημα 1996-2000 έγινε καθαρισμός ενός μέρους της εσωτερικής και εξωτερικής πλευράς του τείχους του λόφου. Κατά μήκος και παράλληλα προς την εσωτερική παρειά του τείχους υπάρχουν αρχιτεκτονικά λείψανα οικημάτων. Στα κινητά ευρήματα περιλαμβάνονται κεραμική ελληνιστικών και ρωμαϊκών χρόνων, τμήματα κεραμίδων στέγης -ένα από τα οποία φέρει την επιγραφή ΚΙΕΡΙΕΩ(Ν)- τμήματα πιθαριών, χάλκινα νομίσματα ελληνιστικής και ρωμαϊκής περιόδου, σιδερένιοι ήλοι, αιχμές βελών, εργαλεία και μαχαιρίδια, καθώς και μικρά τμήματα γυάλινων αγγείων. Σε τμήμα της κατεστραμμένης θεμελίωσης του τείχους αποκαλύφθηκαν κεραμοσκεπείς τάφοι ρωμαϊκής περιόδου. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν ορισμένα μικρά ευρήματα ύστερης εποχής χαλκού. Καθώς η αρχαία πόλη Κιέριον βρισκόταν στο κέντρο του δυτικού τμήματος της λεκάνης της Θεσσαλίας, έλεγχε τις διαβάσεις προς κάθε κατεύθυνση δια μέσου της πεδιάδας, καθιστώντας την πόλη ισχυρή. Οι δραστηριότητες των κατοίκων προσδιορίζονταν στην καλλιέργεια της γης, την αμπελουργία, την κτηνοτροφία. Η διάρκεια ζωής του Κιερίου φθάνει ως τα όψιμα ρωμαϊκά χρόνια ή το αργότερο ως τα πρώιμα χριστιανικά.

Πληροφορίες: Βαρλάμη Ελευθερία